Πόσο σπάνιο το όλοι μαζί...

Πόσο σπάνιο το όλοι μαζί...


Από τις δυο εθνικές μας γιορτές προτιμούσα πάντα αυτή της 28ης Οκτωβρίου – μικρός γιατί έβρισκα περισσότερο ηρωικό να μάχεσαι κόντρα σε Γερμανούς και Ιταλούς και λίγο μεγαλύτερος γιατί διέκρινα πάντα τη δυσκολία δασκάλων και καθηγητών για να μας μιλήσουν για αυτή. Για την 25η Μαρτίου κάθε αναφορά ήταν εύκολη: υπήρχαν εθνικοί ήρωες, κατορθώματα πολύ συγκεκριμένα, ταινίες που έχτιζαν εθνικούς μύθους στην τηλεόραση. Στα σχολεία δεν χρειάζονταν και πολλά να μας πουν: μας λέγανε για την αδάμαστη ελληνική ψυχή κι από εκεί κι έπειτα αρκούσε να βλέπαμε κάθε χρόνο τον Παπαφλέσσα. Η 28η Οκτωβρίου, όμως, ήταν κάτι σαν Εθνική γιορτή χωρίς ιστορία και χωρίς μυθολογία. Πάλι καλά που υπήρχαν και τα τραγούδια της Σοφίας Βέμπο να καλύψουν το κενό μαζί με το Χαμένο Ανθυπολοχαγό του Ελύτη (που ούτε κι αυτός δεν είχε ποτέ του όνομα). Ακόμα και οι ταινίες που παιζόντουσαν στην τηλεόραση για την 28η Οκτωβρίου είχαν θέματα που μικρή σχέση είχαν με δαύτη: είχαν με την κατοχή, την αντίσταση, τους κακούς γερολαδάδες, τους καλούς αξιωματικούς, τους σκληρούς και άκαρδους Γερμανούς, τις εκτελέσεις. Είχα γράψει παλιά ένα κομμάτι για το χαμένο άλμπουμ των ηρώων του ΄40 – υπάρχει στο Blog κι αν έχετε όρεξη αναζητείστε το. Αλλά δεν είναι μόνο οι ήρωες για τους οποίους δεν μιλούσαμε – ήταν και η ίδια η γιορτή που γιορταζόταν με τρόπο που την έκανε δύσκολα κατανοητό στα παιδικά – και όχι μόνο - μάτια.

Εφυγαν για το μέτωπο

Και στις δυο μας εθνικές γιορτές δεν γιορτάζουμε το τέλος των περιπετειών αλλά την αρχή τους. Η Ελλάδα δεν απέκτησε την εθνική της ανεξαρτησία την 25η Μαρτίου του 1821 – απλά ξεσηκώθηκε. Το ίδιο περίπου συνέβη και την 28η Οκτωβρίου του 1940: ούτε απελευθερώθηκε, ούτε κέρδισε – απλά τα παιδιά της έφυγαν για το μέτωπο. Στην πρώτη περίπτωση η επιλογή της μέρας του ξεσηκωμού ανακηρύχθηκε ως εθνική γιορτή μετά την ενθρόνιση του Οθωνα και για λόγους μαξιμαλιστικούς: η μικρή Ελλάδα έβλεπε στη μέρα το πρώτο βήμα για την λευτεριά της, αλλά όταν η γιορτή καθιερώθηκε οι αλύτρωτοι Ελληνες ήταν ακόμα πολλοί – θέλω να πω πως δεν θα ήταν σωστό να γιόρταζε τη ημέρα της ανεξαρτησίας της, δηλαδή την ημέρα που απέκτησε σύνορα, γιατί ακόμα διεκδικούσε το δικαίωμά της να μεγαλώσει. Στην περίπτωση της 28ης Οκτωβρίου ο λαός επέβαλε τον εορτασμό γιορτάζοντας ήδη από το 1942 την ημέρα της συστράτευσής του σε ένα εθνικό σκοπό. Αλλά ακριβώς επειδή η γιορτή προέκυψε και δεν θεσμοθετήθηκε δεν απέκτησε και τελετουργικό – γιορτάζαμε π.χ ότι είπαμε το Οχι στο φασισμό, χωρίς πολλές αναφορές στο πως και στο γιατί. Η γιορτή καθιερώθηκε ως ανάμνηση μιας ωραίας στιγμής χωρίς καμία ιδιαίτερη προσπάθεια για εμβάθυνση. Ακόμα και το φασισμό τον αντιμετωπίσαμε στις μελλοντικές αναφορές με μια αποστασιοποίηση – ενώ δεν θα πρεπε. Σχηματοποιήσαμε, ας πούμε, τους κακούς Γερμανούς σαν να είχαμε μια ιστορία κόμικς. Και μεγαλώσαμε με διηγήσεις διάφορων παππούδων και γιαγιάδων ότι οι Ιταλοί δεν ήταν αντίστοιχα κακοί κτλ κτλ. Ποιος δεν τις έχει ακούσει;   

Πως άντεξε η επέτειος

Πάντα απορούσα πως με τόσο φόβο να μιλήσει κανείς για τα γεγονότα της εποχής η επέτειος αυτή άντεξε – και ίσως για αυτό την αγαπώ κομμάτι παραπάνω. Όταν ήμουν μικρός έκανα, ομολογώ επίτηδες, μια σειρά από κακές ερωτήσεις. Ποιος ήταν ο Μεταξάς και γιατί αφού λέμε ότι αυτός είπε το «Όχι» δεν τον συμπεριλαμβάνουμε στους μεγάλους της ελληνικής ιστορίας; Μου απαντούσαν ότι το «Όχι» το είπε ο ελληνικός λαός, αλλά το πράγμα δεν κόλλαγε γιατί στη διάρκεια της γιορτής όλο και κάποιος έλεγε ότι ο Ιταλός πρέσβης επισκέφτηκε τον Ελληνα πρωθυπουργό και του ζήτησε την παράδοση της χώρας. Ρώταγα επίσης ότι αν ο Μεταξάς ήταν δικτάτορας και ο Μουσολίνι εκλεγμένος πως γίνεται ο δικός μας να είναι ο καλός και ο άλλος ο κακός; Κάποιοι μου λέγανε ότι ο Μεταξάς ήταν μεν δικτάτορας αλλά ήταν και πατριώτης και κάποιοι άλλοι ότι ο Μεταξάς δεν ήθελε να πει «όχι», αλλά δεν μπορούσε να κάνει κι αλλιώς. Γιατί, ρώταγα, δεν μπορούσε; Αφού ως δικτάτορας έκανε ό,τι ήθελε; Και πάλι άλλες εξηγήσεις μου δίναν οι μεν και άλλες οι δε: ευτυχώς όλοι συμφωνούσαν ότι ο κακός ήταν ο Μουσολίνι – το λεγε και η Βέμπο.

Την ίδια εθνική αμηχανία συναντούσα κι όταν ρωτούσα ποιος ελευθέρωσε την Αθήνα και γιατί ένα ωραίο πρωί οι Γερμανοί έφυγαν. Κι όταν οι ερωτήσεις μου έφταναν μέχρι την Αντίσταση με ρωτούσαν αν τα κάνω αυτά γιατί μου αρέσει να βλέπω τους φίλους του πατέρα μου να καυγαδίζουν μεταξύ τους. «Ας τα αφήσουμε τώρα αυτά» με συμβούλευε μια καθηγήτρια μου. Ποια να αφήσουμε; Αυτά για τα οποία δεν μιλούσαμε;         

Μια γλυκιά νοσταλγία

Την θυμάμαι πάντα με μια γλυκιά νοσταλγία την 28η Οκτωβρίου των παιδικών μου χρόνων και γιατί όταν μου ρχετε στο μυαλό όλη αυτή την αμηχανία καταλήγω στο συμπέρασμα πως πρόκειται για μια απίστευτα δυνατή εθνική γιορτή: άντεξε ενώ καλά καλά κανείς δεν ήθελε να μιλάει για αυτή – ή για την ακρίβεια κανείς δεν ήθελε να μιλάει για αυτή ο άλλος! Τι επέστρεψε τη σωτηρία και την ύπαρξή της; Νομίζω η δύναμη της ανάμνησης μιας σπάνιας μέρας εθνικής ομοψυχίας. Αυτό είναι το καταπληκτικό με αυτή την εθνική γιορτή: η σημασία της μεγάλωσε ακόμα περισσότερο μετά τα όσα ακολούθησαν ενώ ως γεγονός παραμένει αυθύπαρκτο - δεν αποτελεί μέρος κάποιας εξέλιξης. Ως γεγονός ηταν πιο δυνατό τις μέρες της ιταλογερμανικής κατοχής διότι κάθε φορά που η μέρα έφτανε ο κόσμος έλεγε πως μόνο ενωμένοι θα αντέξουμε. Και ήταν πιθανότατα ακόμα πιο σημαντικό γεγονός μετά τον εμφύλιο και το εθνικό δράμα γιατί θύμιζε πως υπήρξε μια στιγμή που όλα αυτά δεν υπήρχαν. Πως υπήρξε ένα ωραίο πρωί που οι Ελληνες πήγαν στην πρώτη γραμμή επιλέγοντας, έστω και κατά τύχη, να βρεθούν στη σωστή πλευρά της ιστορίας όλοι μαζί. Το ολοι μαζί είναι το σπάνιο.

Η ιστορία του Αδριάς

Το ενωτικό και ωραίο της μήνυμα της 28ης Οκτωβρίου υπήρξε απαραίτητο μετά το τέλος κάθε εθνικής περιπέτειας. Μεγαλώνοντας διάβασα πολλά για τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Τα βιβλία του Αντονι Μπίβορ για τη μάχη του Στάλιγκραντ και τη D Day, την βιογραφία του Χίτλερ από τον Ιαν Κέρσοου, την υπέροχη Κεντρική Ευρώπη του Γουίλιαμ Βόλμαν κι άλλα πολλά. Όλα είναι γεμάτα ιστορίες στρατηγών, πολιτικών, ακόμα κι απλών αγωνιστών ή απλών φαντάρων. Όλα επιχειρούν μια ανασύνθεση μιας εφιαλτικής εποχής – εμείς αυτή την εποχή την κρύψαμε πίσω από μια εθνική γιορτή, που ωστόσο θυμίζει ότι έχουμε περιθώρια συνεννόησης και κοινής δράσης κι ας τρωγόμαστε συχνά με τα ρούχα μας.

Και η αμηχανία; Ας τελειώνει. Στους τωρινούς εκπαιδευτικούς θα πρότεινα να δίνουν στα παιδιά να διαβάσουν την ιστορία του αντιτορπιλικού Αδριάς, ένα βιβλίο που βγήκε πριν μερικά χρόνια από τις εκδόσεις Γκούντενμπεργκ. Για να μπορούν τα παιδιά να καταλάβουν το μεγαλείο της γιορτής, δηλαδή το μεγαλείο μιας χώρας που την κατοικούν άνθρωποι ικανοί να ξεπεράσουν τον εαυτό τους στα αληθινά δύσκολα. Για να μπορούν να τσακώνονται στα εύκολα…